Προσεχώς

Προσεχώς


Δευτέρα 24 Ιανουαρίου 2011

«Μαύρος κύκνος»: Είναι το θρίλερ της χρονιάς;

H Νάταλι Πόρτμαν βάζει υποψηφιότητα για τα Οσκαρ με την ερμηνεία της στο «δυνατό» ψυχολογικό δράμα του Ντάρεν Αρoνόφσκι.

Ακόμη κι αν μέσα στα επόμενα χρόνια o «Μαύρος κύκνος» ξεθωριάσει στη μνήμη των θεατών, για τη Νάταλι Πόρτμαν θα είναι για πάντα μία από τις σημαντικότερες στιγμές της ζωής της. Είναι η ταινία για την οποία ίσως κερδίσει ένα Οσκαρ, καθώς η ερμηνεία της είναι από τις καλύτερες της χρονιάς - έντονη, πολύπλοκη και χωρίς πολλές δυνατές αντιπάλους. Αποτελεί, όμως, και ορόσημο για τη ζωή της. Στη διάρκεια των γυρισμάτων γνώρισε και ερωτεύτηκε τον χορευτή Μπέντζαμιν Μιλεπιέντ, ο οποίος έκανε τις χορογραφίες. Μπορεί να χρειάστηκαν δέκα μήνες εντατικής προετοιμασίας μέχρι εκείνη να φτάσει να «πείθει» στις πολλές και απαιτητικές σκηνές χορού, όμως το ζευγάρι δεν ασχολήθηκε μόνο με αυτό... Πριν από λίγες ημέρες ανακοίνωσαν ότι περιμένουν παιδί και θα παντρευτούν σύντομα. «Πάντοτε προστάτευα την προσωπική μου ζωή, όμως αυτό που μπορώ να πω τώρα είναι ότι είμαι απερίγραπτα ευτυχισμένη», είπε ανακοινώνοντας την εγκυμοσύνη της.

Ευτυχώς για την 29χρονη Πόρτμαν, δεν έχει τόσο έντονες εμμονές με την καριέρα της, όσο η ηρωίδα την οποία υποδύεται. Στην ταινία του Ντάρεν Αρονόφσκι, που έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στη Μόστρα της Βενετίας και φιγουράρει στις λίστες των καλύτερων φιλμ της χρονιάς, η Νίνα, μια μπαλαρίνα, βρίσκεται μπροστά στη μεγαλύτερη πρόκληση της καριέρας της: να ερμηνεύσει τον διπλό ρόλο του λευκού και του μαύρου κύκνου στο πιο εμβληματικό έργο του κλασικού ρεπερτορίου, τη «Λίμνη των κύκνων» του Τσαϊκόφσκι.

Για τη Νίνα το μπαλέτο είναι ίσως το μοναδικό κομμάτι της ζωής της που απολαμβάνει πραγματικά. Μεγαλώνοντας με μια μητέρα (Μπάρμπαρα Χέρσεϊ) με πολλά απωθημένα, ζει σε ένα δωμάτιο γεμάτο ροζ αρκουδάκια, έχει καταπιεσμένη σεξουαλικότητα και αγωνιά να ικανοποιήσει τις απαιτητικές προσδοκίες του Τομά (Βενσάν Κασέλ), του επικεφαλής της χορευτικής ομάδας, ενός άντρα σκληρού και γοητευτικού, που καταπιέζει αλλά και σαγηνεύει τις χορεύτριές του. Μέσα σε αυτό το ήδη αγχωτικό σκηνικό, προστίθεται η παρουσία της Λίλι (Μίλα Κούνις), μιας τολμηρής νέας χορεύτριας με έντονη σεξουαλικότητα, που είναι το αντίθετο της Νίνα. Τότε, οι ιδεοληψίες της βγαίνουν εκτός ελέγχου. Νιώθει να περιτριγυρίζεται από σκιές, φωνές, απειλές και ανθρώπους που δεν έχουν ξεκάθαρες προθέσεις. Ή μήπως είναι απλώς η φαντασία της;

Για τον Αρονόφσκι, ο κόσμος των εμμονών δεν είναι άγνωστος. Χαρακτηρίζει όλες τις ταινίες του. Από το «Π» και το «Ρέκβιεμ για ένα όνειρο» μέχρι το «Fountain» και τον «Παλαιστή», οι ήρωές του καταδιώκονται από τις εμμονές τους και χάνονται μέσα σε αυτές. Ο Αμερικανός σκηνοθέτης είχε στο μυαλό του εδώ και 15 χρόνια μια ιστορία για τα παρασκήνια του κλασικού μπαλέτου. H αρχική του ιδέα ήταν η ερωτική ιστορία ανάμεσα σε μια μπαλαρίνα και έναν παλαιστή - ένας συνδυασμός του «Παλαιστή» και του «Μαύρου κύκνου». Ομως κατέληξε ότι θα επρόκειτο για έναν υπερβολικό συνδυασμό, κι έτσι οι ιστορίες διαχωρίστηκαν σε δύο ταινίες για δύο ανθρώπους που θυσιάζονται για την τέχνη τους και το θέαμα αντίστοιχα.

Βέβαια, όσο διαφορετικές κι αν φαίνονται οι δύο ταινίες, τόσο μοιάζουν. Ανεξάρτητα από το αν διαδραματίζονται στο ρινγκ ή στη σκηνή, οι ήρωές τους δίνουν μια παράσταση μπροστά στο κοινό, αγωνιούν για το αποτέλεσμα και ξεπερνούν τα όρια των σωματικών τους αντοχών - είτε όταν τραυματίζονται με ξυράφια και συνδετήρες, όπως έκανε ο Ρουρκ, είτε όταν «λιώνουν» τα δάχτυλά τους κάνοντας πιρουέτες, όπως κάνει η Πόρτμαν. Η διαφορά είναι στον τόνο της ταινίας. Ο «Παλαιστής» ήταν ένα δράμα «τελευταίας ευκαιρίας» για τον ήρωά του, ενώ ο «Μαύρος κύκνος» ένα ψυχολογικό θρίλερ που διαλύει την ηρωίδα του στην πρώτη της μεγάλη ευκαιρία. Οπως λέει ο σκηνοθέτης, «μερικοί θεωρούν την πάλη την κατώτερη μορφή τέχνης και κάποιοι άλλοι βλέπουν το μπαλέτο ως την υψηλότερη έκφρασή της. Ομως, στην ουσία, είναι το ίδιο. Είναι και οι δύο καλλιτέχνες που χρησιμοποιούν τα σώματά τους για να εκφραστούν. Και οι δύο απειλούνται από τραυματισμούς στο σώμα τους, επειδή είναι το μοναδικό «εργαλείο» τους. Δύο ιστορίες που συνδέονται, σε δύο κόσμους που φαίνονται ασύνδετοι».

Πώς είναι η ταινία, λοιπόν;

Το ταλέντο και η ικανότητα του Αρονόφσκι να δημιουργεί ατμόσφαιρα είναι αδιαμφισβήτητα. Στον «Μαύρο κύκνο» κινηματογραφεί τη σκηνή του μπαλέτου σαν έναν μαγικό χώρο πέρα από την πραγματικότητα. Οι σκηνές του χορού είναι εξαιρετικά γυρισμένες, με την κάμερα να κινείται κυκλικά, και με τους ηθοποιούς, κυρίως Πόρτμαν και Κούνις, να δίνουν εξαιρετικές ερμηνείες. Εκεί όπου πάσχει το φιλμ είναι στο κομμάτι του ψυχολογικού θρίλερ. Είναι τόσο βαθιά η ψύχωση στην οποία ο σκηνοθέτης ρίχνει την μπαλαρίνα, ώστε είναι αδύνατον να διακρίνει κανείς αν κάτι από όσα φαντάζεται ότι τη διώκουν, έχει βάση στην πραγματικότητα. Είναι προφανής η επιρροή από το «Ολα για την Εύα», τα «Κόκκινα παπούτσια» και ταινίες του Ρομάν Πολάνσκι, όπως η «Αποστροφή» και ο «Ενοικος». Μόνο που ο «Μαύρος κύκνος» απλώς τις θυμίζει. Ούτε τις ξεπερνά ούτε στέκει επάξια δίπλα τους.


kathimerini

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου