«Ερωτας είναι...» («Love is all you need» / «Den
skaldede frisοr», Δανία / Σουηδία / Γερμανία / Γαλλία / Ιταλία, 2012)
της Σουζάνε Μπίερ, με τους Πιρς Μπρόσναν και Τρίνε Ντίρχολμ.
Σε καμία περίπτωση δεν θα την έλεγες σπουδαία ταινία, η αλήθεια
όμως να λέγεται: το «Ερωτας είναι...» μπορεί να σε κερδίσει με την
ευχάριστη, αισιόδοξη, έξω καρδιά διάθεσή του. Μια παραδοξότητα,
κρίνοντας από το γεγονός ότι τη σκηνοθεσία υπογράφει η Σουζάνε Μπίερ, η οποία, εκτός από Δανή, έχει υπάρξει και «παιδί» του Δόγματος του Λαρς φον Τρίερ, του πιο μισανθρωπιστικού κινηματογραφικού κινήματος που έχει υπάρξει ποτέ.
Στην ιστορία βρίσκουμε πολλούς ήρωες σε μοιρασμένους ρόλους, αλλά ο
πυρήνας είναι δύο συμπέθεροι, ο πλούσιος Βρετανός που ζει στη Δανία (Πιρς Μπρόσναν) και η δανή κομμώτρια (Τρίνε Ντίρχολμ) που, εκτός από καρκινοπαθής, έχει απατηθεί και από τον σύζυγό της (Κιμ Μπόντνια), ένα γουρούνι άνευ προηγουμένου. Τα παιδιά τους (Σεμπάστιαν Γέσεν, Μόλι Τριξτ Εγκελιντ)
πρόκειται να παντρευτούν, ο γάμος θα γίνει στο εξοχικό στην Ιταλία,
αλλά την παράσταση θα κλέψουν οι συμπέθεροι, αφού κάτι φαίνεται να
«παίζει» ανάμεσά τους.
Ολα μπορούν να συμβούν σε αυτή την ταινία και όλοι ανεξαιρέτως οι
ήρωες έχουν θέματα. Πρέπει να βάλουν σε τάξη τις σκέψεις και τα
συναισθήματά τους, αλλά τελικά κανένας δεν είναι βέβαιος τι ακριβώς
θέλει. Συνεπώς στην πραγματικότητα παρακολουθούμε μια καλοσκηνοθετημένη
σαπουνόπερα γυρισμένη στις απίστευτες ομορφιές της ιταλικής Καμπανίας.
Δεν θα έλεγα ότι η Μπίερ θέλει να ακολουθήσει την τουριστική συνταγή της
Φιλίντα Λόιντ στο «Mamma mia!», αλλά το ότι αλληθωρίζει προς τα εκεί
είναι βέβαιο. Αλλά και αυτό τελικά δεν πειράζει.
«Ο μαχητής» («Vehicle 19», ΗΠΑ, 2013) του Μουκούντα Μάικλ Ντέγουιλ, με τον Πολ Γουόκερ.
Κρίνοντας όχι μόνο από τις πέντε ταινίες της σειράς «Οι μαχητές των
δρόμων» («The fast and the furious») στις οποίες έχει εμφανιστεί αλλά
και από ταινίες όπως το πολύ καλό «Joy ride», η κινηματογραφική καριέρα
του Πολ Γουόκερ είναι άμεσα συνδεδεμένη με τους
τέσσερις τροχούς. Αυτοκίνητο είναι ο βασικός συμπρωταγωνιστής του και
στον «Μαχητή», μόνο που αυτή τη φορά το όχημα είναι νοικιασμένο και το
φόντο της ταινίας το Γιοχάνεσμπουργκ της Νότιας Αφρικής.
Και αυτή τη φορά ο ήρωας του Γουόκερ δεν έχει την επιθυμία ούτε να
τρέξει ούτε να πάει γυρεύοντας για φασαρίες. Είναι απλώς ένας
εκνευρισμένος αμερικανός τουρίστας που θέλει να δει την αγαπημένη του.
Θα τρέξει για τα καλά όμως, για να γλιτώσει τη ζωή του, αφού χωρίς
καλά-καλά να καταλάβει τι έχει γίνει θα βρεθεί μπλεγμένος επειδή τον
μπέρδεψαν με κάποιον άλλον, κάτι που έγινε επειδή πήρε το λάθος
αυτοκίνητο.
Ο λάθος άνθρωπος, στον λάθος τόπο, τη λάθος στιγμή. Η συνταγή είναι
πάνω-κάτω γνωστή και έχει δώσει πολύ καλές ταινίες στον αμερικανικό
κινηματογράφο. Η ιδέα που ο σκηνοθέτης Μουκούντα Μάικλ Ντέγουιλ
αξιοποιεί δεξιοτεχνικά είναι ότι δεν βλέπουμε σχεδόν ποτέ τον κεντρικό
ήρωα εκτός αυτοκινήτου. Είναι ένας δύσκολος, σωματικός ρόλος, ο
καλύτερος ίσως του Πολ Γουόκερ σε αυτό το σφιχτοδεμένο b-movie διάρκειας
μόλις 80 λεπτών που το ευχαριστήθηκα με όλη μου την καρδιά.
«This is the end» (ΗΠΑ, 2013) των Σεθ Ρόγκαν - Ιβαν
Γκόλντμπεργκ, με τους Σ. Ρόγκαν, Τζέιμς Φράνκο, Τζέι Mπαρουσέλ, Τζόνα
Χιλ, Μπρους Ρόμπινσον.
Η ιδέα, που στηρίζεται σε μια μικρού μήκους ταινία του Τζέισον Στόουν
ονόματι «Jay and Seth vs The Apocalypse», υποτίθεται ότι χαίρει της
εξής πρωτοτυπίας: κάποιοι ηθοποιοί του Χόλιγουντ υποδύονται τους εαυτούς
τους σε μια σατιρική ιστορία που στην ουσία θέλει να γίνει το απόλυτο
homage σε διάφορα κινηματογραφικά είδη - από τα b-movies επιστημονικής
φαντασίας της δεκαετίας του 1950 ως τα πιο σύγχρονα zombie movies.
Συνεπώς ο Τζέιμς Φράνκο, ο Σεθ Ρόγκαν (συνσκηνοθέτης και συνσεναριογράφος με τον Ιβαν Γκόλντμπεργκ), ο Τζέι Mπαρουσέλ, ο Τζόνα Χιλ, ο Μπρους Ρόμπινσον και ο Ντάνι Μακ Μπράιντ
κλείνονται στο σπίτι του πρώτου ενώ το Λος Αντζελες έχει μετατραπεί
μυστηριωδώς σε εφιαλτικό Σύμπαν και καταστρέφεται. Εν συνεχεία
μαστουρώνουν, μπεκροπίνουν και «τρώγονται» μεταξύ τους σαν κακομαθημένα
παιδιά με IQ υπό του μηδενός ή, αν θέλετε, σαν κακομαθημένοι σταρ του
Χόλιγουντ, αυτό δηλαδή που στην ουσία είναι όλοι τους.
Τσακώνονται για το ποιος θα φάει μια Milky Bar, για το ποιος θα
πιει το νερό κ.ο.κ. Κάποιος θα γίνει κανίβαλος, ένας άλλος θα
δαιμονιστεί και θα χρειαστεί εξορκισμό. Ολα αυτά όμως πολύ «εσωτερικά»,
λες και αφορούν μόνο τους ίδιους που «παίζουν» και τους «κολλητούς»
τους. Το φιλμ είναι ένα άνευ προηγουμένου ανεκδοτολογικό μπάχαλο και όχι
πάντοτε με επικοινωνιακό χιούμορ, πέραν της σάτιρας του ίδιου του
Χόλιγουντ που παρουσιάζεται σαν κοινότητα καθυστερημένων και
μαστούρηδων.
«Κάτσε φρόνιμα» («The English teacher», ΗΠΑ, 2013) του Κρεγκ Ζισκ, με τους Τζουλιάν Μουρ, Γκρεγκ Κινίαρ, Νέιθαν Λέιν.
Το φιλολογικό πάθος της καθηγήτριας αγγλικής φιλολογίας Λίντα Σινκλέρ (Τζουλιάν Μουρ)
δεν μπορεί να αντισταθμίσει την άδεια ζωή της. Την ώρα που χειρίζεται
άψογα τις λέξεις και έχει την ικανότητα να μεταφέρει το πάθος της για
αυτές στην τάξη, προσπαθεί μάταια να βρει ταίρι. Ωσπου κάποια στιγμή
εμφανίζεται ξανά στη ζωή της ένας παλιός μαθητής που προσπαθεί να γίνει
θεατρικός συγγραφέας αλλά συναντά παντού τοίχους. Η Λίντα θα τον
βοηθήσει να ανεβάσει το έργο του στο παλιό σχολείο του και κάπως έτσι θα
αρχίσει (επιτέλους) να παίρνει μπροστά η μηχανή αυτής της χαριτωμένης
αλλά άνευρης και φίσκα στα κλισέ ταινίας, της οποίας τα καλύτερα σημεία
είναι εκείνα με τον πολύ καλό κωμικό Νέιθαν Λέιν που εδώ υποδύεται τον θεατρικό σκηνοθέτη της σχολικής παράστασης.
«Ολα για την αγάπη» («Stuck in love», ΗΠΑ, 2013) του
Τζος Μπουν, με τους Γκρεγκ Κινίαρ, Τζένιφερ Κόνελι, Νατ Γουλφ, Λίλι
Κόλινς, Κρίστεν Μπελ.
Φιλολογικό είναι το πλαίσιο και σε αυτή την ταινία, όπου ο Γκρεγκ Κινίαρ υποδύεται έναν χωρισμένο συγγραφέα που ζει με τα παιδιά του (Νατ Γουλφ - Λίλι Κόλινς),
τα οποία επίσης θέλουν να γίνουν συγγραφείς. Δεν είναι πολλές οι
αμερικανικές ταινίες που έχουν διαλόγους με αναφορές σε συγγραφείς όπως ο
Τζον Τσίβερ, η Πατρίτσια Χάισμιθ και ο Εντγκαρ Αλαν Πόου. Ακόμη και η φωνή του Στίβεν Κινγκ
ακούγεται, που υποδύεται τον εαυτό του. Ολα αυτά προσθέτουν κάποιους
πόντους στην ταινία, κάτι που συμβαίνει και με τη σύντομη παρουσία της Κρίστεν Μπελ
στον ρόλο μιας κυνικής παντρεμένης η οποία ανάμεσα στη γυμναστική και
στο τζόγκινγκ βρίσκει χρόνο για πρόσκαιρο σεξ με τον χωρισμένο πατέρα.
Και πάλι όμως, μια ταινία που ναι μεν παρακολουθείται ευχάριστα αλλά
στην πραγματικότητα δεν αφήνει κάτι καινούργιο πίσω της. Μία ακόμη
δραματική κομεντί, η καρδιά της οποίας πάλλεται από τους ρυθμούς ενός
σεναρίου του οποίου ο μόνος στόχος είναι να ενώσει και πάλι τα μέλη μιας
διαλυμένης οικογένειας.
«Ανοιχτή καρδιά» («Α coeur ouvert», Γαλλία, 2013) της Μαριόν Λεν, με τους Ζυλιέτ Μπινός, Εντγκαρ Ραμίρεζ, Ιπολίτ Ζιραντό.
Επεμβάσεις ανοιχτής καρδιάς, άνθρωποι σε κώμα, χειρουργοί που
αυτοακυρώνονται λόγω του εθισμού τους στο αλκοόλ, καταραμένοι έρωτες και
εμετοί σε μπάνια. Παρά τις «σωματικές» ερμηνείες των Ζυλιέτ Μπινός και Εντγκαρ Ραμίρεζ στους
ρόλους ενός ζεύγους χειρουργών, η ταινία της Μαριόν Λεν είναι μια
καλοσκηνοθετημένη (ίσως) αλλά επώδυνη - αν όχι δυσβάστακτη - εμπειρία
και ό,τι πιο δυσάρεστο και καταθλιπτικό μπορεί να δει κανείς αυτή την
εποχή στις αίθουσες. Για όσους γουστάρουν ψυχοπλάκωμα βέβαια, αυτή είναι
η ταινία τους.
ΕΠΑΝΕΚΔΟΣΕΙΣ
«Η διπλή ζωή της Βερόνικα» («La Double Vie de Veronique», 1991) του Κριστόφ Κισλόφσκι. Μέσα από την παράλληλη ζωή δύο πανομοιότυπων γυναικών, μιας Πολωνέζας και μιας Γαλλίδας (η Ιρέν Ζακόμπ σε
ρόλο ζωής), ο μεγάλος πολωνός σκηνοθέτης έφτιαξε ένα υπερβατικό
κινηματογραφικό ποίημα πάνω στη μοίρα, στην αγάπη και στη θυσία. Με την
«Τριλογία των χρωμάτων» ο Κισλόφσκι άγγιξε την τελειότητα, όμως η ταινία
του που αγαπήθηκε περισσότερο ήταν, είναι και θα είναι η «Βερόνικα».
«Ασανσέρ για δολοφόνους» (Ascanseur pour l'echefaud», Γαλλία, 1957) του Λουί Μαλ. Η
βλάβη ενός ασανσέρ παίζει καταλυτικό ρόλο στην εξέλιξη ενός εγκλήματος
σε αυτό το ατμοσφαιρικό αστυνομικό φιλμ που υιοθετεί τέλεια τους κανόνες
του αμερικανικού φιλμ νουάρ και σήμανε την έναρξη της πλούσιας
καριέρας του Μαλ και τα μέγιστα για τους ηθοποιούς Μορίς Ρονέ - Ζαν Μορό. Η ταινία έχει και ιστορική σημασία γιατί είναι η πρώτη που χρησιμοποίησε τζαζ ως σάουντρακ, μια μνημειώδη δουλειά του Μάιλς Ντέιβις.
tovima
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου