Το αφιέρωμα, που φιλοδοξεί να αποκτήσει μόνιμο χαρακτήρα, περιλαμβάνει είκοσι ταινίες μυθοπλασίας και ντοκιμαντέρ, που επιβεβαιώνουν τον πλούτο και τη ζωτικότητα μιας εθνικής κινηματογραφίας τόσο μακρινής και ταυτόχρονα τόσο κοντινής.
Αυτό που δίνει στον Βραζιλιάνικο κινηματογράφο την ιδιαίτερη ταυτότητά του είναι η επιθυμία του να αφηγείται ιστορίες ρεαλιστικές.
Το αφιέρωμα περιλαμβάνει δεκαέξι πρεμιέρες. Ήδη στις ελληνικές αίθουσες έχουν προβληθεί δύο ταινίες δημιουργών που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη διεθνοποίηση του βραζιλιάνικου κινηματογράφου τις τρεις τελευταίες δεκαετίες: η βραβευμένη στις Κάννες τελευταία ταινία του Βάλτερ Σάλλες (και της Ντανιέλα Τόμας) Διαχωριστική γραμμή (2008) και το θρυλικό Πισότσι του Έκτορ Μπαμπένκο, το οποίο φέτος κλείνει τριάντα χρόνια ζωής.
Η πρώτη αφηγείται με ευαισθησία το καθημερινό δράμα μιας σύγχρονης μητέρας και των τεσσάρων γιων της, και μέσα από την ουμανιστική ματιά των κινηματογραφιστών μετατρέπεται σε μια δυνατή καταγραφή του άγχους της επιβίωσης στη χαώδη μητρόπολη του Σάο Πάολο.
Στη δεύτερη, ένα ανησυχητικό πορτρέτο της παιδικής παραβατικότητας (που προοιωνίζεται τη μεγάλη επιτυχία Η πόλη του Θεού), υπερισχύει η κοινωνική κριτική. Ωστόσο, και οι δύο ταινίες δείχνουν τη βαθιά επιρροή του ιταλικού νεορεαλισμού στον βραζιλιάνικο κινηματογράφο και ιδιαίτερα στις ταινίες που καταγράφουν τα δράματα της παιδικής ηλικίας μέσα σ' έναν εχθρικό περίγυρο.
Το 2011 κλείνουν τριάντα χρόνια από το θάνατο του Γκλάουμπερ Ρόσα, της πιο σημαντικής προσωπικότητας του κινήματος Σινέμα Νόβο.
Αποτείνοντας φόρο τιμής στον επαναστάτη κινηματογραφιστή, το αφιέρωμα θα προβάλει για πρώτη φορά στην Ελλάδα το κύκνειο άσμα του Η ηλικία της γης (1980), έναν πειραματικό στοχασμό για την πολιτική ιστορία της Βραζιλίας, την παγκοσμιότητα της θρησκείας και τα όρια του ίδιου του κινηματογράφου.
Μοναδική κινηματογραφική εμπειρία ακόμα και τριανταένα χρόνια μετά την ολοκλήρωσή της, η ταινία εξελίσσεται σαν μια μαγική συνάντηση του σινεμά της αποδόμησης του Γκοντάρ με τις θρησκευτικές τελετουργίες του Καντομπλέ και τα οργιαστικά δρώμενα του Καρναβαλιού.
Εκτός από τον Γκλάουμπερ Ρόσα το πρόγραμμα ξαναθυμάται άλλους τρεις μεγάλους βραζιλιάνους δημιουργούς:
Τον Μάριο Πεϊσότο (1910-1922) και το βουβό αριστούργημα και μοναδικό φιλμ του Limite [Όριο] με την προβολή του αισθαντικού ντοκιμαντέρ Εκεί όπου τελειώνει η γη (2001) του Μπαϊανού Σέρζιο Μασάντο, πρώην βοηθού του Βάλτερ Σάλλες. Μια ταινία που όχι μόνο έχει διασώσει ανεκτίμητο αρχειακό υλικό από την ημιτελή δεύτερη ταινία του Πεϊσότο, αλλά λειτουργεί ως πορτρέτο μιας εξαιρετικής σκηνοθετικής προσωπικότητας που δυστυχώς κατάφερε να χωρέσει στα καλούπια του κινηματογράφου μόνο μια φορά.
Τον Ζοακίμ Πέντρο ντε Αντράντε (1932-1988) με την προβολή της δεύτερης μυθοπλασίας του Ο πάτερ και η κοπέλα (1965), που διηγείται έναν καταδικασμένο έρωτα ανάμεσα σ' έναν επαρχιακό πάστορα και μια μυστηριώδη νεαρή υπηρέτρια ενός γαιοκτήμονα, που με τη μορφική αυστηρότητα και ομορφιά της έχει μείνει στην ιστορία ως μια από τις καλύτερες ταινίες από την πρώτη περίοδο του Σινέμα Νόβο.
Τον Κάρλος (ή Κακά) Ντιέγκες (γ.1940-) με το Ορφέου (1999), ριμέικ του εμβληματικού Ορφέο Νέγκρο του Γάλλου Μαρσέλ Καμύ. Σαράντα χρόνια αργότερα από την πρωτότυπη ταινία ο μεγάλος Βραζιλιάνος δημιουργός επέστρεψε στον αρχαιοελληνικό μύθο, μεταφερμένο στο Καρναβάλι του Ρίο από το θεατρικό έργο του Βινίσιους ντι Μοράες Orfeu da Conceio και τον τοποθέτησε σε μια φαβέλα λιγότερο παραμυθένια και βυθισμένη στα εκρηκτικά κοινωνικά προβλήματα των μοντέρνων καιρών.
Το τρίπτυχο καρναβάλι-σάμπα-ποδόσφαιρο που σφραγίζει την πολιτιστική ταυτότητα της Βραζιλίας, αντανακλάται στο πρόγραμμα με δυο ταινίες μυθοπλασίας και δυο ντοκιμαντέρ:
- Την κοινωνικο-μουσική κομεντί, Ο pai, ο (2007) τρίτη ταινία της 53χρονης σκηνοθέτιδας (στο θέατρο και τον κινηματογράφο) και παραγωγού πολιτιστικών εκδηλώσεων Μονίκ Γκαρντενμπέργκ, που αφηγείται τα καθημερινά προβλήματα μιας πολύχρωμης ομάδας χαρακτήρων με φόντο το καρναβάλι της Μπαΐα.
- Τη δραματική κομεντί Μπαλαδόροι: ήταν μια φορά το ποδόσφαιρο (1998) μια συγκινητική ιστορία για τη ζωή των θρύλων του γηπέδου μετά το ποδόσφαιρο, έβδομη ταινία του Ούγκο Ζιορζέτι, σκηνοθέτη ειδικευμένου σε αθλητικά θέματα και επί πλέον αθλητικογράφου.
- Το ντοκιμαντέρ Το πιο όμορφο πράγμα: ιστορίες και περιπτώσεις της Μπόσσα Νόβα (2005) του Πάουλο Τσιάγκο, μια εξαιρετική μελέτη του μουσικού ιδιώματος της μπόσα νόβας, της απογυμνωμένης και αστικής λευκής σάμπας, που γεννήθηκε στα τέλη της δεκαετίας του πενήντα, και των μεγάλων δημιουργών της.
- Το βραβευμένο ντοκιμαντέρ Κατασκευάζοντας τον Τομ Ζε (2005) του νέου ντοκιμενταρίστα Ντέσιο Μάτος Ζούνιορ, που παρακολουθεί μια ευρωπαϊκή περιοδεία του μεγαλοφυούς «τροπικαλίστα» και ντανταϊστή συνθέτη και τραγουδιστή Τομ Ζε.
Η προβολή είναι αφιερωμένη στον Αντρέα Παγουλάτο, ποιητή, θεωρητικό του κινηματογράφου, διευθυντή φεστιβάλ ντοκιμαντέρ και λάτρη της βραζιλιάνικης κουλτούρας, που έφυγε από τη ζωή πέρυσι. Την ταινία αυτή την προγραμμάτιζε για το φετινό φεστιβάλ.
Το Σχεδόν αδέλφια (2004), τρίτη μυθοπλασία μεγάλου μήκους της 62χρονης και αντιστασιακής στην περίοδο της δικτατορίας Λούσια Μουράτ, αφηγείται τη συνύπαρξη πολιτικών και ποινικών κρατουμένων στις φυλακές της βραζιλιάνικης χούντας, παραλληλίζοντάς την με το πρόβλημα της ταξικής βίας που βιώνει η χώρα στη σημερινή εποχή.
Το Mutum (2007), ένα τρυφερό χρονικό της παιδικής ηλικίας με ήρωα έναν μικρό επαρχιώτη, που μετά τη διάλυση της οικογένειάς του ακολουθεί το δρόμο της αναγκαστικής υιοθεσίας στη μεγαλούπολη. Αυτή είναι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία της 46χρονης βίντεο άρτιστ και σκηνοθέτιδας ντοκιμαντέρ Σάντρα Κογκούτ που κατάγεται όπως και η Λούσια Μουράτ από το Ρίο ντε Ζανέιρο.
Η θεαματική «αποκέντρωση» της βραζιλιάνικης κινηματογραφικής παραγωγής μετά την ανάκαμψη της δεκαετίας του 90 έχει αναδείξει πολλούς ενδιαφέροντες νέους δημιουργούς από το βορρά και το νότο της χώρας. Από το Ρεσίφη κατάγονται ο 45χρονος Λίριο Φερέιρα και ο σαραντάχρονος Εϊτόρ Ντάλια. Η δεύτερη ταινία του πρώτου, αφηγείται την επιστροφή ενός τηλεοπτικού μετεωρολόγου στο χωριό του στη βορειοανατολική Βραζιλία για την κηδεία του πατέρα του, μια διαδρομή που θα τον φέρει αντιμέτωπο με τα οικογενειακά έθιμα μιας άλλης εποχής και θα εξελιχτεί σ' ένα εσωτερικό ταξίδι αυτο-ανακάλυψης.
Το Η μυρωδιά της αποχέτευσης (2007), επίσης δεύτερη ταινία του δεύτερου είναι μια μαύρη κωμωδία για την ανθρώπινη απληστία, το σεξ και την εκμετάλλευση που δίνει την ευκαιρία στον χαρισματικό ηθοποιό Σέλτον Μέλο να κάνει μια από τις καλύτερες ερμηνείες του.
Εξίσου χαρισματικός ηθοποιός, ο 42χρονος Ματέους Ναχτεργκάελε το 2008 έκανε το σκηνοθετικό ντεμπούτο του με τη Γιορτή του νεκρού κοριτσιού, μια τολμηρή ιστορία θρησκοληψίας, μυστικισμού και σεξουαλικής παράβασης, που συμμετείχε στο Δεκαπενθήμερο των Σκηνοθετών του Φεστιβάλ Καννών.
Επίσης γεννημένος στο Σάο Πάουλο, αλλά μεγαλωμένος στη Μπραζίλια, ο 40χρονος σκηνοθέτης Ζοζέ Εντουάρντο Μπελμόντε αποτελεί έναν από τους πιο ελπιδοφόρους εκπροσώπους της μετά τον Σάλλες γενιάς των βραζιλιάνων κινηματογραφιστών. Η τέταρτη ταινία του Αν τίποτα δεν πάει καλά του 2008 είναι μια εντυπωσιακή στιλιστική πρόταση: ψηφιακή κινηματογράφηση μιας σύγχρονης περιπέτειας αποξένωσης, όπου ένας νέος δημοσιογράφος κάνει έναν άγριο περίπατο στο περιθώριο και την παρανομία για χάρη της εξαρτημένης από τα ναρκωτικά φίλης του.
Το πρόγραμμα ολοκληρώνεται με δυο ταινίες καλτ και μια πειραματική:
Τη μικρού μήκους κωμωδία Tarantino's Mind (2006) του σκηνοθετικού ντουέτου από το Ρίο 300ml, όπου ο ηθοποιός Σέλτον Μέλο και ο τραγουδιστής και ηθοποιός Σέου Ζόρζι ανακαλύπτουν και σπάζουν τον «κώδικα» της δημιουργίας του Ταραντίνο σ' ένα εστιατόριο του Σάο Πάουλο, κλείνοντας φιλικά το μάτι στο «Καφές και τσιγάρα» του Τζιμ Τζάρμους.
Και σε ειδική μεταμεσονύχτια προβολή Η ενσάρκωση του κακού (2008) του 75χρονου Ζοζέ Μοζίκα Μαρίνς, ενός αυθεντικού εκκεντρικού του βραζιλιάνικου φανταστικού κινηματογράφου, για τον οποίο είχε εκφάσει το θαυμασμό του ακόμα και ο Γκλάουμπερ Ρόσα. Η ταινία έχει ήδη παρουσιαστεί σε ειδική προβολή στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης με μεγάλη επιτυχία.
Τέλος, μια μικρού μήκους πειραματική ταινία, το Πηνελόπη, σκηνοθετημένη από δυο γυναίκες, την Ελληνοβραζιλιάνα Ελένα Βαρβάκη και τη Σέλια Φρέιτας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου